Επίκαιρο διήγημα του
Γιώργου Η.
Μπούτση*
για το έπος του 1940,
από το νέο του βιβλίο
με τίτλο
«Ανθρώπινα»
Νύχτα βαθιά. Περασμένα μεσάνυχτα. Μια νεκρική σιγή
κυριαρχεί παντού. Φεγγάρι απόψε δεν
βγήκε. Απρίλιος 1941. Όλα
μοιάζουν σαν να φοβούνται. Αύριο ξημερώνει η Κυριακή των Βαΐων. Μαζί με τις
ψαλμωδίες θα μιλήσουν και οι αμαρτωλές
ανθρώπινες ψυχές, θα ζητωκραυγάσουν τον
Μεγάλο Βασιλιά. Οι κωδωνοκρουσίες θα διαλαλήσουν τη θριαμβευτική είσοδο του
Σωτήρα, τον ερχομό των παθών του. Θα ακουστεί η πονεμένη φωνή της Μητέρας «Ω
γλυκύ μου έαρ».
Σκιές κινούνται μπροστά από το μεγάλο κωδωνοστάσιο. Χειρονομούν,
μιλούν σιγανά για λόγο και χάνονται στα πλακόστρωτα σοκάκια του χωριού. Τα
ρυθμικά τους βήματα ταράσσουν τη σιγή της νύχτας, της καταπληκτικής αυτής
νύχτας που τόσο μυστήριο κρύβει. Έπειτα πάλι το σάβανο αυτό της σιγής νεκρώνει
τα πάντα. Ο γκιώνης έχει αρχίσει τώρα τον αιώνιο θρήνο για το χαμό του αδελφού
του και η γριά η κουκουβάγια κλαίει και αυτή. Αυτή η νύχτα φαίνεται μοιραία για
το χωριό.
Ένας δυνατός κρότος αναστατώνει τα πάντα. Πέτρες,
χώματα στήνουν τρελό χορό, το χορό του θανάτου γύρω από το «Μεγάλο γιοφύρι» του
χωριού. Κι αυτό σε λίγο γέρνει κουρασμένο το κεφάλι του ανάμεσα στα ερείπια. Η
ανατίναξη έχει πετύχει. « Νύχτα σπαρμένη θάματα».
Την άλλη μέρα η αυγή βγήκε δειλά και οι χρυσές
ακτίνες του ήλιου τρελόπαιζαν φοβισμένες. Οι κάτοικοι ξύπνησαν- μα τους είχε
πιάσει ο ύπνος όλη τη νύχτα!-με την αγωνία ριζωμένη στα σπλάχνα τους. Τι σήμαιναν
όλα αυτά; Άλλοι το λιγόξεραν και άλλοι το αγνοούσαν. Η φοβερή αράχνη του βορά
θ’ άπλωνε τα θανατηφόρα δίχτυα της και στο χωριό. Αυτή την εβδομάδα άρχιζαν τα
πάθη του Χριστού, μα και τα πάθη των ανθρώπων. Η μοίρα του χωριού ήταν πικρή.
Όλοι μιλούσαν για την ανατίναξη, που ήταν η μόνη λύση για την εμπόδιση των
αγροίκων του βορρά. Αυτή τη μέρα διάλεξε ο Κύριος για να ‘ρθει στα Ιεροσόλυμα
να σκορπίσει τη λύτρωση των ψυχών, αυτή και οι Γερμανοί να σπείρουν τον όλεθρο
και την καταστροφή στο Λέχοβο.
Σε λίγο-μεσημέρι πια-φάνηκαν στη στροφή του δρόμου
κοντά στο ανατιναγμένο γιοφύρι οι πρώτες μοτοσυκλέτες των Γερμανών. Ο θάνατος
ολοένα πλησίαζε. Οι χωρικοί κρυμμένοι-ποιος ξέρει πού-κάμναν φοβισμένοι το
σταυρό τους.
Έπειτα αυτοκίνητα κατέκλεισαν το δημόσιο δρόμο.
Κατέβηκαν μερικοί Γερμανοί και διερρωτώνταν με ποιο τρόπο να κατανικήσουν τα εμπόδια
της διέλευσης. Χειρονομούσαν και άφηναν αισχρές βλαστήμιες.
Έξαφνα βλήματα πέφτουν κοντά τους. Τα χάνουν. Ποιος
είναι ο Δαβίδ; Ειν’ οι αδάμαστες ελληνικές ψυχές που επέστρεψαν από τον πόλεμο
της Αλβανίας κι έχουν κατασκηνώσει στο αντικρινό βουνό. Η απάντηση στην απορία
των Γερμανών τα περισσότερα βλήματα. Έτσι η διέλευση των Γερμανών ματαιώνεται
προς το παρόν. Μα ως πότε;
Πέρασαν δυο μέρες και οι Γερμανοί αγωνιούν. Φαίνεται
πως οι Έλληνες είναι αποφασισμένοι να ξυπνήσουν ένα καινούριε Μαραθώνα. Πρέπει
να ‘μπουν στο χωριό αυτό μόνο σκέπτονται. Αποφασίζουν επίθεση κατά των Ελλήνων
που τους φράσουν το δρόμο. Φορτωμένοι πλέον στις πλάτες πολεμοφόδια,
ασυρμάτους, αρχίζουν αναρρίχηση στις πλαγιές των βουνών. Το τηλεφωνικό καλώδιο
διατρέχει τα βουνά για να βρίσκονται σε επικοινωνία με τους φύλακες του
δημοσίου δρόμου.
Σε λίγο ένας Γερμανός κατεβαίνει με κομμένη την
ανάσα του. Φαίνεται κάτι σοβαρό ανάφερε, γιατί οι Γερμανοί του δημοσίου
βλαστημούν τα πάντα. Το τηλεφωνικό
καλώδιο είχε κοπεί από τους Έλληνες. Τότε οι Γερμανοί παίρνουν τη μεγάλη
απόφαση. Είναι Μεγάλη Τρίτη 1941. Τα κανόνια αρχίζουν να σπέρνουν το
θάνατο στους Έλληνες που μάχονται με όλη
την ψυχή τους. Ο θάνατος ταξιδεύει πάνω από το χωριό και κατασκηνώνει κοντά
στους μαχητές. Ένας-ένας γέρνουν το κεφάλι τους αναλογιζόμενοι το «Για την
πατρίδα όποιος χαθεί, ποτέ του δεν πεθαίνει». Σαράντα άψυχα κουφάρια
«κείτονται» στο πεδίο της μάχης μετά από λίγες ώρες. Έτσι οι Γερμανοί σε λίγο
θα μπουν στο χωριό.
Την άλλη μέρα Γερμανός συνταγματάρχης δίνει την
εκτελεστική βολή στους σαράντα. Κατά διαταγή του δεν πρέπει να ταφούν αλλού
όπως ζητούσαν οι χωρικοί αλλά στο πεδίο της μάχης. Είναι ήρωες.
Έτσι η Μ. Εβδομάδα άπλωσε το πέπλο της σκλαβιάς στο
Λέχοβο. Οι μέρες ήταν μαρτυρικές για τους κατοίκους. Όλη η Ελλάδα βογγούσε κάτω
από το πέλμα των Γερμανών μα πιότερο το Λέχοβο. Η τόσο τραγική είσοδος είχε
αφήσει ανεξάλειπτα τα ίχνη της.
Έφτασε το Πάσχα που όσο κι αν περνούν τα χρόνια οι
κάτοικοι θα το θυμούνται πάντα. Οι κωδωνοκρουσίες έκλαιγαν και αυτές τους
ήρωες. Ακόμα και ο γέροντας ιερέας ψιθύρισε σιγανά το «Χριστός Ανέστη». Τα μωρά
σφίγγανε περισσότερο τις μάνες. Φοβόντουσαν. Κι ήταν δικαιολογημένος ο φόβος
τους. Κι ενώ η άνοιξη προμηνούσε χαρά η ψυχή σφιγγόταν από τον πόνο. Η γιαγιά
ξέχασε το αναστάσιμο παραμύθι. Δεν τρελόπαιζαν τ’ αστέρια-σαν σήμερα καλή
ώρα-γιατί το «Χριστός Ανέστη» γιορτάστηκε κάτω από το φως της μέρας.
………………………………………………………………………………………………..
Ανέβαινε γοργά τις πλαγιές κρατώντας δάφνινο
στεφάνι. Έφτασε στους τάφους των ηρώων και το κατέθεσε. Ψιθύρισε μερικά λόγια
κι άρχισε να κατεβαίνει. Ήταν η φαντασία μου που ήρθε ν’ αποτίσει φόρο τιμής
στους γενναίους.-
Σημείωση διαχειριστή: Το διήγημα αναφέρεται σε πραγματικά γεγονότα που συνέβησαν στο Λέχοβο τον Απρίλιο του 1941.
* Ο
Γεώργιος Η.Μπούτσης είναι συνταξιούχος εκπαιδευτικός που γεννήθηκε στο Λέχοβο
Φλώρινας και κατοικεί μόνιμα στο Αμύνταιο Φλώρινας.
Είναι
απόφοιτος της παιδαγωγικής Ακαδημίας Φλώρινας.
Μετεκπαιδεύτηκε
στο Μαράσλειο Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης (ΜΔΔΕ) στην Αθήνα για μια
διετία ( 1975-1977).
Υπηρέτησε
ως δάσκαλος σε πολλά σχολεία της Εκπαιδευτικής Περιφέρειας Αμυνταίου και
ως Προϊστάμενος στην ίδια Περιφέρεια (1990-1992).
Ως
Σχολικός Σύμβουλος Π.Ε. υπηρέτησε στη Γ. Εκπαιδευτική Περιφέρεια Κοζάνης με
έδρα την Πτολεμαΐδα (1992-1997).
Ασχολήθηκε
με την παιδική λογοτεχνία και ποίηση.
Εκτός
από τα ποιήματά του, που δημοσιεύτηκαν σε πολλές εφημερίδες και περιοδικά,
δημοσιεύτηκαν και άρθρα του κοινωνικού και παιδαγωγικού ενδιαφέροντος.-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Α. Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τις απόψεις των αποστολέων τους.
Β. Θερμή παράκληση, τα σχόλια να είναι κόσμια, ώστε να συνεισφέρουν στο διάλογο.
Γ. Δεν δημοσιεύονται σχόλια:
1.-Υβριστικoύ χαρακτήρα
2.- Γραμμένα με greeklish
3.- Με προσωπικό περιεχόμενο
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.