“Η κίνηση των οχημάτων στην
Εθνική Οδό Αμυνταίου-Καστοριάς γίνεται μόνο με αντιολισθητικές αλυσίδες”.
Ελληνική Ραδιοφωνία και Τηλεόραση των δεκαετιών '70 και '80.
Το πρόβλημα
εντοπίζονταν βασικά στη θέση Νταούλι, στην Κλεισούρα. Στο Φανό-Πεδινό των
ισχυρών αέρηδων τρέχαμε με χίλια και χωρίς χειμερινά λάστιχα, γιατί δε
γνωρίζαμε ότι υπάρχουν και τέτοια.
Πλάνες ειδήσεις (Fake, για να καταλαβαινόμαστε)
της εποχής εκείνης που εκνεύριζαν και άλλαζαν το πρόγραμμά μας. Και κυρίως των
επισκεπτών ή άλλων που δραστηριοποιούνταν στην περιοχή. Άκυρον για εκεί. Αργότερα διορθώθηκε με τη
συμπλήρωση: “Στη θέση Νταούλι”. Φλώρινα και Καστοριά σε κανονικούς ρυθμούς...
Δε μου άρεσε ο τόπος μου...
Ιδιαίτερες συνθήκες και έτσι έγινα Βαν Γκόνγκ και πήγα στην Ταϊτή. Μα και εκεί
δε μου άρεσε γιατί ένιωσα απομωνωμένος και δεν ... ήξερα να ζωγραφίζω
λουλουδάτες Ταϊτινές. Μα, αυτές λάτρευαν τον τόπο τους. Πήγα στην Καραϊβική και
με έπληξαν οι τυφώνες. Μα οι τοπικοί ένιωθαν όμορφα. Πήγα στη γη των Πυγμαίων,
μα κι αυτοί δεν ήταν κρατικοδίαιτοι. Όφειλαν να κυνηγούν για να τρέφονται. Μα
τους άρεζε και διαχειρίζονταν ορθά και αειφόρα το ζωτικό τους χώρο. Βρέθηκα στη
Σαχάρα με τους Τουαρέγκ και μεταφέραμε αλάτι. Και εκεί είχε αμμοθύελλες.
Χαμπάρι δεν έπαιρναν όμως. Ήρθαν και τα Land Rover και οι καμήλες λιγότερες. Έμαθα και
για το Νοβοσιμπίρσκ (Ανατολικά Ουράλια), των -35 βαθμών το χειμώνα και των +35
το καλοκαίρι. Υπόσχεση όμως μεταξύ τους ότι θα μείνουν στον τόπο τους και εκεί
με τις ιδιαιτερότητές του θα προκόψουν.
Να πάψω να κάνω το Βαρώνο
Μυνχάουζεν και να προσγειωθώ στη μικρή μου και ανυπόληπτη πραγματικότητα.
Έφτασα επιτέλους στον τόπο, το
γενέθλιό μου. Στη Βορειοδυτική Μακεδονία της Ελλάδας. Μα είδα κατοίκους
φοβισμένους. Να πέφτουν νιφάδες και να πιστεύουν ότι μπορεί να πέσει ο ουρανός
να τους πλακώσει σαν τους Γαλάτες του Αστερίξ. Φύσηξε αγέρας δυνατός, πολύ
δυνατός, γύρω στα 3 Μποφόρ. Τρόμαξα και ζήτησα κρατική προστασία. “Πού είναι το
Κράτος;”, αναφώνησα. Και αυτό μου απάντησε: “Πού είναι το Κράτος;” Τώρα με
ειρωνεύτηκε ή μου έριξε μια γερή καρπαζιά για να ξυπνήσω; Τίποτα από όλα αυτά.
Γεννήθηκα Φλωρινιώτης και έχω συνήθειες και βίτσια κατοίκου του Κλεινού Άστεως.
Αθηναίος. Και όχι φιλόσοφος Σωκράτης. Ούτε καν μέτοικος σαν το Διογένη από τη
Σινώπη. Αθηναίος της σύγχρονης εποχής που τρέμει το χιόνι. Τους ορεινούς
τόπους. Τις αρκούδες που δε θα συναντήσει ποτέ ελεύθερες. Μα θα τις φοβάται.
Και θα αγνοήσει τα αδέσποτα σκυλιά που άφησε να γίνουν αγέλες.
“Μπορεί να είναι ένας ξερότοπος.
Ένας βράχος. Μα εγώ την αγαπάω τη Σαντορίνη. Είναι ο τόπος μου!”, λέει σε μια
στιγμή ο, σε απόγνωση, Βασίλης Διαμαντόπουλος σε ελληνική ταινία της δεκαετίας
του '50. Μετανάστης, ευρισκόμενος σε χώρα της ισημερινής Αφρικής. Μετά από
λίγες δεκαετίες ζούμε τη διαφορά εντός μιας γενιάς της Σαντορίνης των
ανεμοδαρμένων αμπελιών τού τότε και της τουριστικής χλιδής του σήμερα.
Έι, δε θα γίνεις Σαντορίνη. Δε θα
γίνεις Μύκονος. Θα είσαι Νοβοσιμπίρσκ της απομόνωσης και του εσώψυχου ψύχους.
Και δε θα περάσει ο Υπερσιβηρικός για να σε βάλει στον κόσμο. Να συνδέσει
τροχήλατα τη φαντασίωσή σου ότι σου αξίζει ένας καλύτερος τόπος χωρίς να κάνεις
εσύ κάτι. Καθάρισε το χώρο από το λίγο χιόνι μπροστά από το σπίτι σου ή τον
επαγγελματικό σου χώρο. Όπως ακριβώς κάνει ο Βορειοευρωπαίος που φθονείς ότι
απολαμβάνει κρατικές υπηρεσίες υψηλού επιπέδου ενώ εσύ τις στερείσαι. Μην
γκρεμιστεί κάποιος που πέφτοντας θα αναφωνήσει: “Τι κάνει το κράτος;”
Βρε, κατάλαβέ το, αγαπάω τον τόπο
μου!!! Με τις ιδιαίτερότητές του! Του ανάγλυφου, των καιρικών συνθηκών και των
κατοίκων!
Σταύρος Πασπάλης
Διευθυντής Δημοτικού Σχολείου
Φιλώτα Φλώρινας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Α. Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τις απόψεις των αποστολέων τους.
Β. Θερμή παράκληση, τα σχόλια να είναι κόσμια, ώστε να συνεισφέρουν στο διάλογο.
Γ. Δεν δημοσιεύονται σχόλια:
1.-Υβριστικoύ χαρακτήρα
2.- Γραμμένα με greeklish
3.- Με προσωπικό περιεχόμενο
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.