Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2020

Θυμάμαι…Γιορτινά τραπέζια στο Αμύνταιο (Σόροβιτς)

 

Ανήμερα Χριστουγέννων, ξημερώματα.

Το χιόνι στις αυλές και στους δρόμους έφτανε ως πάνω από το

γόνατο. Ο βοριάς, αμυντιώτικος, άγριος σαν τσομπανόσκυλο, αντιμέτωπο με κάποιο ξένο έξω από το μαντρί του, λυσσομανούσε.

Παρ’ όλα αυτά έπρεπε να εκκλησιαστούν.

Οι άντρες μπροστά με το φανάρι και το φτυάρι άνοιγαν δρόμο μέσα στο χιόνι, και οι γυναίκες με τα παιδιά από πίσω πορεύονταν σαν τους ποιμένες στο Σπήλαιο της Βηθλεέμ.

«Χριστούγεννα , μεγάλη γιορτή» μου διηγιόταν η μάνα μου, «έπρεπε να πάμε όλοι στην εκκλησία, πολύ προτού λαλήσουν οι πετεινοί.»

«Και δεν ήμασταν λίγοι» συνέχιζε «τρεις συννυφάδες, με την πεθερά, τον πεθερό, τα εγγόνια.»

Επιστρέφανε όταν πια είχε ξημερώσει και στο «καθημερινό» δωμάτιο, μέσα στη θαλπωρή της ξυλόσομπας, το χριστουγεννιάτικο, γιορτινό τραπέζι τούς περίμενε στρωμένο:

Τηγανιά, με κρέας από το σπιτικό γουρούνι, σφαγμένο λίγες μέρες πριν, με συκώτι και λουκάνικα, ντόπια, μακεδονίτικη συνταγή, συνοδευόμενη από εξαίρετα τουρσιά, πάντα σπιτικά, κόκκινες πιπεριές και μελιτζάνες γεμιστές με λάχανο, σέλινο και καρότο, σερβιρισμένα με λίγο λάδι και φυσικά τυρί, γνήσια φέτα.

Οι μεγάλοι έπιναν τσίπουρο και κόκκινο κρασί, φτιαγμένα με δικά τους σταφύλια, της χρονιάς, που ο βοριάς του Δεκέμβρη το είχε κιόλας ετοιμάσει.

Κουραμπιέδες με αμύγδαλα πασπαλισμένοι με ζάχαρη, κάστανα από τη Χρούπιστα (Άργος Ορεστικό) ψημένα στο μαντέμι της μασίνας και φιρίκια από το Πήλιο, συμπλήρωναν το λουκούλλειο γεύμα. Η τέλεια ευωχία!

 

Πρωτοχρονιά, του Αγίου Βασιλείου

 

Μεγάλη γιορτή κι αυτή. Το μεσημέρι μετά τη Θεία Λειτουργία και τη Δοξολογία για τον καινούριο χρόνο, το γιορτινό τραπέζι ήταν και πάλι ξεχωριστό αλλά διαφορετικό από το χριστουγεννιάτικο. Κυριαρχούσε η βασιλόπιτα, μια υπέροχη τυρόπιτα, στο μεγάλο ταψί, ψημένη στον ξυλόφουρνο της αυλής, με κρυμμένα ανάμεσα στις πλούσιες στρώσεις της όχι μόνο το φλουρί αλλά και μια κόκκινη μάλλινη κλωστή φτιαγμένη στο τσικρίκι του σπιτιού και ένα χρυσαφένιο άχυρο από τα’ αλώνια του καλοκαιριού, με σπουδαίο το συμβολισμό του καθενός.

Η μάνα της, μου είχε πει μια φορά, όταν πια καταλάβαινα, η γιαγιά μου η Σοφία (μπάμπα Σόφα), καθώς ετοίμαζε τη βασιλόπιτα σταυροκοπιόταν και την ώρα που «έκρυβε» στη βασιλόπιτα το φλουρί (ένα μικρό νόμισμα) ευχόταν να είναι η καινούρια χρονιά καλή, με υγεία, με ευτυχία, να είναι γεροί οι ξενιτεμένοι και να στέλνουν δολάρια (ο παππούς μου Θανάσης ήταν μια ζωή στο Σικάγο, γύρισε λίγα χρόνια πριν «φύγει» οριστικά και ήταν με τη γιαγιά δύο ξένοι στο ίδιο σπίτι!), να παντρευτούν τα ελεύθερα παιδιά, τη στιγμή που έκρυβε την κόκκινη κλωστή ευχόταν να είναι γερά τα πρόβατα, να γεννάνε και να δίνουν πολύ γάλα, κι όταν έκρυβε το άχυρο ευχόταν για τη γονιμότητα των χωραφιών και την προστασία τους από ξηρασία και χαλάζι! Για τους μικρούς οι συμβολισμοί ήταν αλλιώτικοι, τυχερός της χρονιάς εκείνος του φλουριού, στηρίγματα του σπιτιού οι άλλοι.

Τη νοστιμότατη πίτα συνόδευε κοτόσουπα με φιδέ και ολόκληρα κομματάκια κρέατος.

Οι τωρινές βασιλόπιτες, κέικ ή τσουρέκια, με κρυμμένο το νόμισμα, που κόβονται λίγα λεπτά μετά τον ερχομό του νέου έτους είναι έθιμο, που δεν ευδοκιμούσε εκείνα τα χρόνια στα σπίτια μας.

 

Θεοφάνεια

 

Το Δωδεκαήμερο, η θαυμάσια αυτή εορταστική αλληλουχία της χριστιανικής παράδοσης, κλείνει με τα Θεοφάνεια.

Πριν τελειώσει η Θεία Λειτουργία η Εκκλησιαστική Επιτροπή διεξήγαγε «πλειοδοτική δημοπρασία» των φορητών αγίων εικόνων και τα έσοδά της χρηματοδοτούσαν το έργο της τοπικής Εκκλησίας.

Οι «νικητές» του διαγωνισμού «φύλαγαν» τις εικόνες στο σπίτι τους για σαράντα ημέρες και κατόπιν τις επέστρεφαν.

Στη συνέχεια όλοι μαζί, παπάς, ψάλτες και πιστοί με τα λάβαρα και τις εικόνες ευλαβικά στα χέρια τους, σχημάτιζαν πομπή, σαν τους Αθηναίους του Περικλή στα Παναθήναια και πήγαιναν στο ποτάμι, δίπλα στο μύλο των Αντωνιάδηδων για τον «Αγιασμό των Υδάτων» και την «Κατάδυση του Τιμίου Σταυρού.»

Το απόγευμα της ίδιας ημέρας ή και την επόμενη, ο παπάς μαζί με τον πιστό, που είχε «πιάσει» τον Σταυρό, με την εικόνα των Θεοφανείων, το Σταυρό και την αγιαστούρα, επισκέπτονταν τα σπίτια για τον Αγιασμό και των νοικοκυριών, εισπράττοντας το σχετικό οβολό, για το καλό της χρονιάς.

Το γιορτινό τραπέζι των Θεοφανείων ήταν και αυτό πλούσιο, χοιρινό με λάχανο ή πράσο, σαρμάδες, φαγητά πλούσια σε λιπαρά, αναγκαία στους ξωμάχους στα κρύα του χειμώνα.

Ιδιαίτερο πιάτο όμως των Φώτων ήταν η πιφτία, πατσάς από ποδαράκια γουρουνιού, κρύα συνήθως αλλά και ζεστή με μπόλικο μπούκοβο. Συνοδευόταν με λάχανο τουρσί και με το ζωμό του, τη ρασαλνίτσα, το τέλειο φυσικό προβιοτικό.

 

Χρόνια Πολλά

Θ. Τραϊανός

2 σχόλια:

  1. Ειναι ωραια και χρ ησιμα, τα λαογραφικα του αφηγηματος σου, Θαναση,που αναφερονται, σε μια αλλη, τοσο απομακρη εποχη,κι αγνωστη για τους νεους μας..Τα λες και ωραια κα παραστατικα..Περιπου, μια Αλβανια του Χοτζα,υπηρξαμε μεχρι πριν 50 χρονια,μονο που δεν πεινουσαμε,και ειχαμε το ελευθερο, να παμε μεταναστες με διαβατηριο..Α.Θ.Ρ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Η κομμουνιστική Αλβανία του Ενβέρ Χότζα έμεινε στη φτώχεια μέχρι το 1990. Τότε ο κομμουνισμός κατέρρευσε και επιτέλους τα σύνορα άνοιξαν. Τότε οι Αλβανοί ήρθαν στην Ελλάδα και είδαν μια χώρα ευρωπαϊκή, με άφθονο πλούτο, με άριστες υποδομές, με εξέλιξη, που οι κακόμοιροι υπήκοοι του Χότζα δε φαντάζονταν ούτε στα πιο τρελά όνειρά τους. Αυτή ακριβώς είναι η διαφορά. Η Ελλάδα προχώρησε ενώ η κομμουνιστική Αλβανία έμεινε στη φτώχεια και τη μιζέρια. Εκεί θα ήταν ακόμη αν δεν κατέρρεε το λαομίσητο καθεστώς.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Α. Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τις απόψεις των αποστολέων τους.
Β. Θερμή παράκληση, τα σχόλια να είναι κόσμια, ώστε να συνεισφέρουν στο διάλογο.
Γ. Δεν δημοσιεύονται σχόλια:
1.-Υβριστικoύ χαρακτήρα
2.- Γραμμένα με greeklish
3.- Με προσωπικό περιεχόμενο

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.