Πρέπει να ήμουν οχτώ χρόνων, όταν πήγα για πρώτη φορά στο Μοναστήρι της Γέννησης της Θεοτόκου, λίγο πιο κάτω από την
Κλεισούρα. Ξεκινήσαμε χαράματα την
παραμονή της γιορτής της Παναγίας, την 7η Σεπτεμβρίου δηλαδή, κάποια παρέα επτά
οκτώ παιδιών και περπατώντας με τα πόδια, φτάσαμε στη σιδερένια, τότε, γέφυρα
στη άκρη του χωριού. Πήραμε την ανηφόρα και σε λίγη ώρα βρισκόμασταν στο δρόμο,
που οδηγούσε στην Καστοριά. Προχωρήσαμε κάμποσο και, στο σημείο που βρισκόταν ο
μαρμάρινος δείκτης των χιλιομέτρων, που είχε το νούμερο 31, πήραμε το μονοπάτι
που κατηφόριζε για το Βαρικό.
Τα μεγαλύτερα παιδιά
ήξεραν το δρόμο, οπότε εμείς οι μικρότεροι ακολουθούσαμε. Σε λίγη ώρα φτάσαμε
στο Βαρικό και πήραμε το δρόμο για το Μοναστήρι. Τότε ο δρόμος είχε χαραχτεί
από την αριστερή πλευρά και είχε ανοιχτεί με μπουλντόζα. Ήταν , βέβαια, χωματόδρομος.
Στο δρόμο αυτό
συναντήσαμε κι άλλους ανθρώπους, που έκαναν την ίδια πορεία με εμάς. Κάποιοι
ήταν έφιπποι, κάποιοι οδηγούσαν κάρα, που τα έσερναν άλογα, μουλάρια ή βόδια
και κινούνταν πολύ αργά στον ανηφορικό και δύσκολο αυτόν δρόμο. Υπήρχαν και
κάποια αυτοκίνητα , μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού.
Κάποτε φτάσαμε. Ήταν αρκετά νωρίς και όλοι μας μπήκαμε στην εκκλησία, στο καθολικό της Μονής δηλαδή, όπου εκείνη την ώρα γινόταν η θεία λειτουργία. Ύστερα από κάμποση ώρα βγήκαμε έξω και περπατήσαμε στην πλακόστρωτη αυλή. Τότε είδα για πρώτη φορά τη καλόγρια Σοφία.
Η Οσία Σοφία στη βρύση
Ήταν ντυμένη μ’ ένα μαύρο
φθαρμένο φόρεμα, ήταν πολύ αδύνατη και έδειχνε κακοζωισμένη. Τα παπούτσια της
ήταν πολύ φθαρμένα και το κεφάλι της ήταν τυλιγμένο με δυο τρεις μαύρες
μαντίλες. Το κυριότερο όμως
χαρακτηριστικό της ήταν ότι δεν μπορούσε να σταθεί όρθια, επειδή είχε μια
πάθηση στη μέση της κι ήταν διαρκώς σκυφτή.
Το σώμα της ουσιαστικά σχημάτιζε μια ορθή γωνία.
Αν θυμάμαι καλά, τη
στιγμή που την είδα, κρατούσε στα χέρια της ένα μεγάλο μάτσο με κεριά και
κατευθυνόταν στο καθολικό της Μονής. Εντυπωσιάστηκα αρκετά και την
παρακολούθησα για λίγο. Το σκυφτό περπάτημά της ήταν κάτι που δεν είχα
παρατηρήσει άλλη φορά.
Βγήκαμε μετά έξω από το
Μοναστήρι, όπου ήταν στημένες πάρα πολλές παράγκες, που πουλούσαν τα πάντα.
Ανάμεσά τους ήταν και κάποιες λοταρίες,
οι οποίες προσείλκυαν αρκετό κόσμο. Ο
θόρυβος ήταν φοβερός. Το πηγαινέλα του κόσμου
ασταμάτητο. Λίγο πιο πέρα λαλούσαν τα κλαρίνα. Υπήρχαν τραπέζια, όπου
σερβίρονταν ποτά και ψητά κρέατα. Εμείς, η πιτσιρικαρία, κοιτούσαμε με θαυμασμό
και απορία όλο αυτό το γιορταστικό κλίμα και χαζεύαμε για αρκετές ώρες στο χώρο
αυτό. Είδαμε πάρα πολλούς χωριανούς Λεχοβίτες και ανταλλάξαμε χαιρετισμούς.
Όταν άρχισε να νυχτώνει,
το γλέντι έγινε πιο ωραίο, ο φωτισμός με τα λουξ ήταν έντονος και το κλίμα πολύ εορταστικό.
Μετά από κάποιες ώρες όμως κουραστήκαμε και ψάξαμε να βρούμε κάποιο δωμάτιο για
να ξεκουραστούμε. Ύστερα από αρκετή έρευνα βρήκαμε έναν χώρο με κάτι
απαρχαιωμένα κρεβάτια με κάτι χοντρά στρώματα γεμάτα με άχυρο και επιτέλους
ξαπλώσαμε.
Την άλλη μέρα ξυπνήσαμε
νωρίς, πήγαμε σε κάποια βρύση του Μοναστηριού,
πλυθήκαμε κι έτσι, φρεσκαρισμένοι, ξαναμπήκαμε στην Εκκλησία, όπου
παρακολουθήσαμε για λίγο τη θεία λειτουργία. Ήταν τόσο πολύς ο κόσμος, που δε χωρούσε άλλους κι αναγκαστήκαμε να
βγούμε έξω.
Κάναμε μια ακόμη βόλτα
στο χώρο της πανήγυρης και ύστερα, ομόφωνα, αποφασίσαμε να φύγουμε για το
Λέχοβο. Ακολουθήσαμε την αντίστροφη πορεία αλλά το ανέβασμα μέχρι το χιλιόμετρο
31 ήταν πολύ δύσκολο. Η ανηφόρα ήταν πολύ απότομη και, για να τη “βγάλουμε”,
κάναμε αρκετές στάσεις. Ο ήλιος μας τσουρούφλιζε αρκετά έντονα.
Φτάσαμε στο χωριό και
διηγηθήκαμε σε συγγενείς και φίλους τις εντυπώσεις μας από την επίσκεψη αυτή.
Σε λίγες μέρες άνοιξαν τα
σχολεία κι άρχισαν τα μαθήματα. Θυμάμαι πάρα πολύ καλά, ότι κάποια μέρα θέσαμε
στη δασκάλα μας, την κυρία Ειρήνη Πουγαρίδου, ένα ερώτημα σχετικά με την
καλόγρια Σοφία του Μοναστηριού της Γέννησης της Θεοτόκου και η απάντηση που μας
έδωσε ήταν περίπου η εξής. Η Σοφία επιτελεί ένα πολύ σπουδαίο έργο , κρατάει τη
μονή σε εγρήγορση και λειτουργία και πρέπει όλοι οι άνθρωποι να τη βοηθάμε όσο
μπορούμε και να μην τη κοροϊδεύουμε.
Η τελευταία φράση
λέχθηκε, διότι κάποιοι πραγματικά κορόιδευαν την καλόγρια Σοφία, επειδή μιλούσε
ποντιακά και μερικές φορές ήταν απότομη και
αυστηρή, ιδίως με τα άτακτα παιδιά.
Τα λόγια της δασκάλας μας
μάς επηρέασαν πάρα πολύ και, σε λίγες ημέρες, είχαμε την ευκαιρία να
αποδείξουμε έμπρακτα τη βοήθεια που οφείλαμε, σύμφωνα με τις επιταγές της, να
προσφέρουμε.
Ήρθε η καλόγρια Σοφία στο
Λέχοβο κάποια μέρα, μαζί με κάποιον γέροντα
κι είχαν μαζί τους ένα ψαρί μουλάρι ψηλό και αδύνατο κι ένα μαύρο
γαϊδουράκι. Σκοπός της επίσκεψης ήταν να γίνει κάποιος έρανος, για να
συγκεντρωθούν τρόφιμα και χρήματα, ώστε να μπορεί να περάσει το χειμώνα η
καλόγρια και να λειτουργήσει το Μοναστήρι.
Αμέσως μια ομάδα μαθητών,
κυρίως από την τάξη μας, αγόρια και κορίτσια, τρέξαμε στο κατόπι της, πήραμε
στα χέρια μας κάποια αλουμινένια πιάτα, που είχε η Σοφία, πηγαίναμε στα σπίτια
και ζητούσαμε τη συνδρομή τους. Κάθε νοικοκυρά έπαιρνε το πιάτο και το γέμιζε
με ό,τι είχε. Αλεύρι, σιτάρι, καλαμπόκι
και φασόλια ήταν τα κύρια προϊόντα που συγκεντρώνονταν στα διάφορα τσουβάλια,
που ήταν κρεμασμένα στα δύο ζώα. Μερικοί, πολλοί λίγοι πάντως σε αναλογία,
έδιναν κάποια λιγοστά χρήματα.
Με πολλή χαρά κάναμε αυτή
τη δουλειά και δεν αφήσαμε σχεδόν κανένα σπίτι, που να μην το επισκεφτούμε.
Κάποια στιγμή κατάκοποι γυρίσαμε στο σπίτι και ενημερώσαμε τις μαμάδες μας, ότι
συμμετείχαμε ενεργά στον έρανο, που έγινε για το Μοναστήρι της Παναγίας.
Περιττεύει να πω, πως την επόμενη μέρα ενημερώσαμε και τη δασκάλα μας, ή οποία
μας χάρισε ένα λαμπρό χαμόγελο κι ένα γρήγορο χάδι στα μαλλιά.
Έφυγαν οι επισκέπτες από
το Λέχοβο κι είχαν συγκεντρώσει αρκετά τρόφιμα ώστε να μπορεί να λειτουργεί το
Μοναστήρι. Αργότερα πληροφορηθήκαμε ότι ο έρανος αυτός γινόταν και σε άλλα
χωριά κι ότι, ιδίως από την Καστοριά, δίνονταν στο Μοναστήρι κάποια υψηλά
χρηματικά ποσά, για επισκευές των κτιρίων και για διάφορα έργα, που ήταν
απαραίτητα για τη λειτουργία του Μοναστηριού.
Ύστερα από λίγα
χρόνια έγινε καινούργια χάραξη του
δρόμου, από τη δεξιά πλευρά και η
πρόσβαση στο Μοναστήρι ήταν πολύ πιο εύκολη. Είχε αυξηθεί και ο αριθμός των
αυτοκινήτων, το βιοτικό επίπεδο των κατοίκων των γύρω χωριών γινόταν όλο και
καλύτερο, ο δρόμος ασφαλτοστρώθηκε, το Μοναστήρι ηλεκτροφωτίστηκε, τα πανηγύρια
γίνονταν με πολύ περισσότερο κόσμο και τα έσοδα του Μοναστηριού αυξάνονταν.
Οι επισκέψεις μου στο
Μοναστήρι αραίωσαν τα επόμενα χρόνια. Θυμάμαι όμως και κάτι ακόμη. Για μερικά
χρόνια στο Μοναστήρι της Παναγίας γινόταν κι ένα δεύτερο πανηγύρι. Το πανηγύρι
των Λεχοβιτών, όπως λεγόταν, γινόταν την 14η Σεπτεμβρίου, στη γιορτή της Ύψωσης
του Τιμίου Σταυρού. Πήγαιναν πάρα πολλοί Λεχοβίτες, εκκλησιάζονταν και στη
συνέχεια ψώνιζαν κάποια πράγματα από τις λιγοστές παράγκες, που υπήρχαν και
επέστρεφαν στο χωριό. Χαρακτηριστικό προϊόν της εποχής ήταν τα σταφύλια, που
ωρίμαζαν αυτό το διάστημα.
Σχεδόν κάθε Κυριακή ή γιορτινή μέρα, ερχόταν στο Μοναστήρι κάποιος ιερέας από την Κλεισούρα ή την Καστοριά και λειτουργούσε στο καθολικό της. Γίνονταν αρκετά συχνά γάμοι και βαπτίσεις και συγκεντρωνόταν πολύς κόσμος. Η πρόοδος του Μοναστηριού της Παναγίας ήταν εκπληκτική.
Μια σημερινή όψη του Μοναστηριού
Έγιναν πολλά έργα,
στρώθηκαν δρόμοι και αυλές με πλάκες πέτρινες, έγιναν καινούργια κτίρια,
αγοράστηκε εξοπλισμός και το Μοναστήρι έγινε πιο λειτουργικό και έδειχνε πολύ
περιποιημένο.
Εγώ διορίστηκα στο
Νυμφαίο και στη συνέχεια μετατέθηκα στην Ημαθία. Σιγά – σιγά οι επισκέψεις μου στο Μοναστήρι
αραίωσαν ακόμη περισσότερο, λόγω των αποστάσεων. Έμαθα όμως όλα τα νέα, σχετικά
με το θάνατο της Σοφίας την 6η Μαΐου 1974 και την ταφή της λίγο έξω από το
Μοναστήρι. έμαθα και τα νέα για την εκταφή της, για το μύρο που ευωδίαζε στο
μνήμα της και την οσιοποίησή της από το Οικουμενικό Πατριαρχείο της
Κωνσταντινούπολης.
Μπορούμε να πούμε σήμερα,
ότι το Μοναστήρι του Γενεθλίου της Θεοτόκου, είναι μια φωλιά πίστης , λατρείας
του Θεού και προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο. Οι καλόγριες συνεχίζουν το έργο
τους με πολύ μεγάλη πίστη, με συνεχείς προσευχές, εφαρμόζοντας τους δύσκολους
Μοναστικούς Κανόνες. Ευχόμαστε να μακροημερεύσει και να προσφέρει τη γαλήνη και
την ευλογία της Οσίας Σοφίας σ’ όλους τους επισκέπτες στη Μακεδονία, στην
Ελλάδα και σ’ όλον τον κόσμο. Αμήν.
Δημήτριος Π. Τοπάλης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Α. Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τις απόψεις των αποστολέων τους.
Β. Θερμή παράκληση, τα σχόλια να είναι κόσμια, ώστε να συνεισφέρουν στο διάλογο.
Γ. Δεν δημοσιεύονται σχόλια:
1.-Υβριστικoύ χαρακτήρα
2.- Γραμμένα με greeklish
3.- Με προσωπικό περιεχόμενο
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.