Τον Ιούλιο του 2014 η χορωδία της πόλης μας “ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΕΣ ΦΩΝΕΣ” πήρε μέρος στην 8η Χορωδιακή Ολυμπιάδα, που
πραγματοποιήθηκε στη Ρίγα της Λετονίας.Η εμφάνιση της χορωδίας μας ήταν πάρα πολύ καλή και, για το λόγο αυτό, της απονεμήθηκε το αργυρό βραβείο και το σχετικό μετάλλιο και δίπλωμα. Οι δημότες μας το χάρηκαν πάρα πολύ αλλά το βραβείο αυτό ήταν τιμητικό για ολόκληρη την Ελλάδα, που, όπως γίνεται πάντα στις Ολυμπιάδες, παρήλασε ΠΡΩΤΗ στη σχετική εκδήλωση στην ΑΡΕΝΑ της Ρίγας.
Το θέμα του σημερινού άρθρου δεν είναι αφιερωμένο στην υπέροχη χορωδία μας ούτε αφορά σε κάποιο καλλιτεχνικό ζήτημα. Έχει να κάνει μ’ ένα πολύ σημαντικό κοινωνικό ζήτημα.
Μια Κυριακή με τη γυναίκα μου, αφού πήραμε το πρωινό μας στο ξενοδοχείο που μέναμε κι αφού ξοδέψαμε λίγο χρόνο συζητώντας για επίκαιρα θέματα με τους άλλους χορωδούς, αποφασίσαμε να βγούμε έξω, για να πιούμε έναν καφέ και να περάσουμε ωραία εκείνο το ηλιόλουστο πρωινό.
Περπατώντας στους κεντρικούς δρόμους της πόλης φτάσαμε κάποια στιγμή σε μια αρκετά μεγάλη πλατεία, που είχε ολόγυρα αρκετά καταστήματα και στη μια πλευρά της δέσποζε μια πολύ όμορφη εκκλησία των Καθολικών, γοτθικού ρυθμού. Καθίσαμε σε μια γωνιακή καφετέρια και παραγγείλαμε τους καφέδες μας.
Παρατηρήσαμε ότι αρκετός κόσμος, άντρες γυναίκες και παιδιά, πήγαιναν στην εκκλησία κι ήταν όλοι πάρα πολύ καλοντυμένοι.
Αφού πέρασε κάποιο χρονικό διάστημα είδαμε να φτάνει κοντά μας μια πολύ νεαρή γυναίκα, που μας έδωσε την αιτία του σημερινού άρθρου. Ήταν τριάντα χρόνων περίπου, μέτριου αναστήματος, ολόξανθη με πολύ ασπριδερό δέρμα και αρκετά καλοντυμένη κι αυτή.
Μέχρι εδώ όλα φαίνονται πολύ κοινά και δεν δημιουργούν κάποια ιδιαίτερη εντύπωση. Η κυρία αυτή όμως είχε μια συνοδεία, που την αποτελούσαν τρία παιδιά. Ένα αγοράκι 5 ή 6 χρόνων ένα κοριτσάκι, που περπατούσε με αρκετή δυσκολία μια και δεν ήταν ούτε δύο χρόνων κι ένα μωράκι σ’ ένα καροτσάκι.
Κάθισε η κυρία σ’ ένα διπλανό τραπέζι πολύ κοντά μας κι όταν ήρθε το γκαρσόνι έκανε την παραγγελία της. Με την πρώτη ματιά η εικόνα αυτή μας φάνηκε πραγματικά υπέροχη. Το αγοράκι, με πολλή αγάπη, φρόντιζε τη μικρή αδελφούλα του αλλά δεν απομακρυνόταν από τη μαμά.
Σε λίγη ώρα το παζλ της υπέροχης εικόνας μας συμπληρώθηκε ολοκληρωτικά. Ακούστηκε από το καρότσι ένα μουρμουρητό θα λέγαμε, όχι ζωηρό κλάμα, κι η μαμά, με μεγάλη προσοχή, πήρε το μωράκι της στην αγκαλιά, γύρισε κάπως το σώμα της στο εσωτερικό της πλατείας κι άρχισε να θηλάζει το πεινασμένο βλαστάρι της.
Εμείς μείναμε για κάμποση ώρα αμίλητοι και παρακολουθούσαμε αυτή την ιεροτελεστία. Η κυρία αυτή, όταν τελείωσε ο θηλασμός, έβαλε στο μωράκι στην κούνια του, πήρε στην αγκαλιά της το κοριτσάκι κι άρχισε να του μιλάει τρυφερά και χαμηλόφωνα. Το αγόρι καθισμένο σε μια καρέκλα έπινε κάποιο αναψυκτικό κι είχe καρφωμένα τα μάτια του στη μαμά και στα δύο αδελφάκια του.
Εδώ τελειώνει η περιγραφή της υπέροχης εικόνας του τίτλου.
Το άρθρο αυτό ας θεωρηθεί σαν συνέχεια του προηγούμενου άρθρου μου, σχετικά με το Δημογραφικό και την παραίνεση του Εθνικού μας ποιητή Διονύσιου Σολωμού προς τις κρινοδάχτυλες παρθένες της Ελλάδας, που πρέπει να φροντίσουν να κάνουν πολύ καλές οικογένειες και να ετοιμάσουν γλυκοβύζαστο γάλα ανδρείας και λευτεριάς.
Εύχομαι ολόψυχα όλα τα κορίτσια της χώρας μας να δημιουργήσουν στη ζωή τους παρόμοιες υπέροχες εικόνες και να ζήσουν αυτές τις ανεπανάληπτες οικογενειακές στιγμές.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Π. ΤΟΠΑΛΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Α. Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τις απόψεις των αποστολέων τους.
Β. Θερμή παράκληση, τα σχόλια να είναι κόσμια, ώστε να συνεισφέρουν στο διάλογο.
Γ. Δεν δημοσιεύονται σχόλια:
1.-Υβριστικoύ χαρακτήρα
2.- Γραμμένα με greeklish
3.- Με προσωπικό περιεχόμενο
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.