Ήταν τότε που οι Ρομά έστηναν ακόμη τα τσαντίρια τους
στα Λιβάδια.
Ο γανωτής…! Φώναζε με την στεντόρια φωνή του ο Ρομά,
περιφερόμενος στις ρύμες και τις αγυιές της κωμόπολής μας. Γάνωνε τα μπακιρένια κουζινικά των νοικοκυριών, ταψιά, καζάνια, κατσαρόλες, τηγάνια, κουταλοπίρουνα.Η Ρομά με την κλαρωτή φούστα και το πλουμιστό μαντίλι
έλεγε τη μοίρα στην καλοκάγαθη και εύπιστη νοικοκυρά των χρόνων εκείνων
καθισμένη σταυροπόδι στον ίσκιο της μουριάς, αφού φυσικά ασημωνόταν!
Ήταν τότε που ο αλήστου μνήμης αρκουδιάρης έδινε στις
γειτονιές την παράστασή του με πρωταγωνίστρια τη «Μαριώ», την αιχμάλωτη, αλυσοδεμένη
και με σιδερένιο φίμωτρο αρκούδα, εκπαιδευμένη με το καμτσίκι ή με τη
χαριτωμένη μαϊμού να εκτελεί τις πιρουέτες της υπό τους ήχους του ντεφιού.
Ειρήσθω εν παρόδω ότι ο «Αρκτούρος» η μη κυβερνητική
οργάνωση που ιδρύθηκε το 1992 έβαλε τέλος στην αιχμαλωσία των αρκούδων και τη
βάναυση εκμετάλλευσή τους. Θυμάμαι την παρουσίαση της ιδέας του «Αρκτούρου» από
τον Γιάννη Μπουτάρη στη Λέσχη Αξιωματικών Φρουράς Αμυνταίου.
Τότε και ακόμη πιο παλιά στις βόρειες παρυφές του
Αμυνταίου, από τη συμβολή της οδού Κων/νου Χ΄΄ Ιωάννου με την οδό Ανάληψης στα
ανατολικά μέχρι τον Άγιο Νικόλαο και λίγο παραπέρα στα δυτικά και προς τα
Λιβάδια μέχρι τον βόρειο περιφερειακό δρόμο άνθιζαν και κάρπιζαν οι μπαξέδες
δεκάδων νοικοκυριών αγροτικών και όχι.
Την περιοχή εκείνη εμείς η πιτσιρικαρία της εποχής την
ονομάζαμε «οι Κήποι».
Ένας γραφικός καρόδρομος, «ο δρόμος στο δασάκι» για
τους μικρούς της δεκαετίας του 1980, διέσχιζε τους μπαξέδες από το τέρμα της
οδού Γ. Λασσάνη μέχρι ένα γεφυράκι αποστραγγιστικού χαντακιού στην Πατσάνα
Μπάρα (αναγραμματισμός του ορθού Τσαπάνα Μπάρα).
Εκεί διακλαδιζόταν σε τρεις χωραφόδρομους οι οποίοι
υπάρχουν και σήμερα. Ο πρώτος έβγαζε, πολύ σύντομα, στον δημόσιο δρόμο για τη
Φλώρινα. Τον συναντούσε στο ύψος του σπιτιού του Φώτη Χ΄΄ Αθανασίου
(Ματκάρη) απέναντι, σήμερα, από την πύλη του Στρατοπέδου Ιωάννου Παπαπέτρου.
Ο δεύτερος αφού διέσχιζε την Τζιαντία, αγροτική
περιοχή στα βόρεια του Οινοποιείου της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών,
συναντούσε κι αυτός τον ίδιο δημόσιο δρόμο απέναντι από τις Μουριές πριν τον
Γιάζο, όπου σήμερα το Κ.Ε.Π.Π.Υ.Ε.Λ., κοντά στον μύλο του Βλιάμη.
Ο τρίτος πήγαινε βόρεια προς το ποτάμι στη Ρούσα
Βοντενίτσα πριν τη Μασλάρκα.
Καρόδρομοι, εξαιρετικά οικείοι στην αφεντιά μου γιατί
τους διέτρεξα πεζός, ευάριθμα καλοκαίρια, για να πάω φαγητό στον πατέρα μου που
ολημερίς δούλευε σε χωράφια στην Τζιαντία, στον Γιάζο και στη Μασλάρκα.
Κρεμμύδια, γλυκάνισος και άνηθος ήταν οι καλλιέργειες που είχαν πέραση εκείνα
τα χρόνια.
Ξεμάκρυνα όμως από τους μπαξέδες. Ας επιστρέψω σ’
αυτούς.
Οι μπαξέδες είχαν πρόσβαση στα Λιβάδια με τις
πατίτσκες, μονοπάτια για πεζούς και άλογα ανάμεσα στα χωράφια. Μια πατίτσκα
άρχιζε από τον μπαξέ του Τραϊανού Ρώμα και μια δεύτερη από τον μπαξέ του
Βασίλη Κλιάνη. Τις πατίτσκες τις «παίρναμε» όταν θέλαμε να «κόψουμε»
δρόμο για να βγούμε σύντομα στα Λιβάδια για ποδόσφαιρο ή για παιχνίδι στις
θημωνιές την εποχή του αλωνισμού με την πατόζα ή ακόμη για να πάμε στη λίμνη
για κολύμπι.
Ήταν χάρμα οφθαλμών οι νοικοκυρές, στο ξεκίνημα της
ημέρας ή στο δείλι της, να περιποιούνται τα φυτεμένα τους, ντομάτες, πιπεριές,
αγγουριές, μελιτζάνες, πράσα, λάχανα και να σχολιάζουν με τις διπλανές του
μπαξέ τους και τους περαστικούς την επικαιρότητα της γειτονιάς και όχι μόνο,
συνταιριάζοντας μάλιστα τις χαριτωμένες κουβέντες τους με τα κελαηδήματα των
αηδονιών, που αφθονούσαν στις καπίνες, στις μέζτες και στα χέρσα.
Τα πότιζαν με νερό που αντλούσαν, από πηγάδια, με
κουβάδες δεμένους με τριχιά.
Ο Βαγγέλης Νάνος μετανάστης αργότερα στον
Καναδά, γείτονάς μας και πατέρας του φίλου μου Φώτη είχε στον μπαξέ του
στη Σμρλια μαγκανοπήγαδο. Αντλούσε το νερό από πηγάδι με μαγκάνι, αντλία που
την κινούσε ένα, έλεγαν, τυφλό άλογο πραγματοποιώντας αμέτρητους γύρους, γύρω
από τα χείλη του πηγαδιού.
Το 1957 ο πατέρας μου, Γιάννης, άνοιξε στον
κήπο μας την πρώτη αρίδα, γεώτρηση στο Αμύνταιο. Ήταν μια αρτεσιανή πηγή από
την οποία το νερό ανάβλυζε με φυσική ροή χωρίς άντληση. Μεγάλη επιτυχία. Πέρασε
όλο το Αμύνταιο για να ιδεί το νερό να αναβλύζει μέσω σωλήνων δυο ιντσών και με
φυσική ροή να ποτίζει τα κηπευτικά στις βραγιές τους. Ήταν και πόσιμο και
δροσερό.
Γεωτρυπανιστές, παραδοσιακής χειροκίνητης τεχνικής,
ήταν ο Γιάννης Σταυράκης και ο γιός του Παντελής από τον Φιλώτα.
Ένα-δυο χρόνια αργότερα ανοίχτηκε η αρίδα του Γρηγόρη
Μητσόπουλου και του Βασίλη Κλιάνη σε χωράφι τους δίπλα στον τότε
χωματόδρομο από το 2ο Δημοτικό Σχολείο στην Ανάληψη.
Για αρκετά χρόνια η αρίδα του μπάρμπα-Γρηγόρη
με το λιτό ξύλινο κιόσκι ήταν σημείο αναφοράς της περιοχής.
Στον ίσκιο και τα παγκάκια της ξαπόσταιναν ξωμάχοι και
περαστικοί. Το δροσερό νερό της μας ξεδιψούσε μετά το δίτερμα στα Λιβάδια ή το
κολύμπι στη λίμνη τα καλοκαίρια εκείνα της ξυπολυσιάς.
Στη γούρνα της οδηγούνταν τα απομεσήμερα για να
ξεδιψάσουν και όσα άλογα, δεμένα από ένα μπροστινό πόδι τους, βοσκούσαν στα
Λιβάδια τις ημέρες που δεν ήταν στο όργωμα ή στη μεταφορά αγαθών.
Και μετά ήρθε η οικονομική ανάπτυξη, η πρόοδος και η
επέκταση του Σχεδίου Πόλης.
Η κωμόπολή μας πλήθυνε και επεκτάθηκε. Οι άνθρωποί της
προόδευσαν, άλλαξαν δραστηριότητες και αρκετοί μετανάστευσαν.
Οι μπαξέδες έγιναν οικόπεδα, οι πατίτσκες οδοί και στα
Λιβάδια ανεγέρθηκαν Εργατικές Κατοικίες, Κέντρο Υγείας, Σχολεία, Γήπεδα. Τα
πηγάδια, οι βραγιές, οι θημωνιές, τα αλώνια ξεπεράστηκαν. Πάει και το δίτερμα
στο φυσικό χορτάρι.
Κι εμείς τα Γυμνασιόπαιδα και όχι, κορίτσια και αγόρια
της δεκαετίας του 1960, μεγαλώσαμε και από τις μνήμες μας αναδύεται το
παλίμψηστο του αμυντιώτικου παρελθόντος.
Αμύνταιο,
Σεπτέμβρης 2024
Θανάσης
Τραϊανός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Α. Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τις απόψεις των αποστολέων τους.
Β. Θερμή παράκληση, τα σχόλια να είναι κόσμια, ώστε να συνεισφέρουν στο διάλογο.
Γ. Δεν δημοσιεύονται σχόλια:
1.-Υβριστικoύ χαρακτήρα
2.- Γραμμένα με greeklish
3.- Με προσωπικό περιεχόμενο
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.